Ψυχοθεραπεία
Ψυχοθεραπεία |
Ψυχολογική υποστήριξη παιδιών και εφήβων
Η ψυχολογική υποστήριξη είναι βοηθητική τόσο για τα παιδιά με διαγνωσμένες διαταραχές, όπως ο αυτισμός, η νοητική καθυστέρηση, η ΔΕΠ-Υ, το υπερβολικό άγχος ή οι φοβίες, όσο και για τα παιδιά με πιο ήπιες δυσκολίες, οι οποίες όμως δημιουργούν πολλαπλά προβλήματα στην καθημερινότητα.
Τα παιδιά εκδηλώνουν τις ψυχικές τους δυσκολίες με τρόπους πολλές φορές διαφορετικούς από αυτούς των ενηλίκων. Δεν είναι σε θέση να εκφράσουν με λέξεις τα προβλήματά τους, ωστόσο δείχνουν με τη συμπεριφορά τους ότι δυσκολεύονται.
Το παιδί που αντιδρά συνεχώς στους κανόνες που του βάζουν οι γονείς και απαιτεί πάντα να γίνεται “το δικό του”· το παιδί που “βρέχεται” ακόμα, ενώ είναι ήδη αρκετά μεγάλο· το παιδί που χτυπάει τους συμμαθητές του, με αποτέλεσμα συνεχή παράπονα από το σχολείο· το παιδί που βαριέται να διαβάσει· το παιδί που λέει συνεχώς ψέματα· το παιδί που τραυλίζει· το παιδί που αρνείται να πάει σχολείο· το παιδί που κλαίει συνεχώς στον παιδικό σταθμό· το παιδί που δεν έχει φίλους· το παιδί που δεν μπορεί να κοιμηθεί μόνο του· το παιδί που ζηλεύει υπερβολικά το αδερφάκι του· το παιδί που έχει μαθησιακές δυσκολίες και απογοητεύεται καθημερινά στο σχολείο· ο έφηβος που απομονώνεται· ο έφηβος που δε διαβάζει· ο έφηβος που εκδηλώνει επικίνδυνες συμπεριφορές.
Όλα αυτά είναι παιδιά με δυσκολίες, παιδιά που δυσκολεύονται.
Πολλά λοιπόν από τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γονείς στο μεγάλωμα των παιδιών, έχουν να κάνουν με συναισθηματικές δυσκολίες των παιδιών.
Όλα αυτά τα παιδιά μπορούν να βοηθηθούν από μια διαδικασία ψυχολογικής υποστήριξης.
Στην υποστηρικτική εργασία με παιδιά μικρότερης ηλικίας, αξιοποιούμε το παιχνίδι και τη ζωγραφική, τα βασικά μέσα που χρησιμοποιεί αυθόρμητα το παιδί για να εκφράσει συναισθήματα και να “μιλήσει” για τον εαυτό του. Παίζοντας και ζωγραφίζοντας, τα παιδιά ξεδιπλώνουν σιγά σιγά το συναισθηματικό τους κόσμο και αναπαριστούν τα θέματα που τα απασχολούν. Ο ψυχολόγος αλληλεπιδρά με το παιδί, κατανοεί σταδιακά τις δυσκολίες του και βοηθά την έκφραση και τη διαχείριση των δύσκολων συναισθημάτων.
Τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας και κυρίως οι έφηβοι χρησιμοποιούν περισσότερο το λόγο για να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Αντίστοιχα, και η υποστηρικτική εργασία βασίζεται σιγά σιγά περισσότερο στο διάλογο, παράλληλα με τα υπόλοιπα εκφραστικά μέσα που μπορεί να χρησιμοποιήσει το παιδί ή ο έφηβος.
Έτσι, ενισχύονται δεξιότητες που είναι απαραίτητες για την ομαλή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, δηλαδή το παιδί μαθαίνει:
- να αντιλαμβάνεται και να κατονομάζει τα συναισθήματά του
- να διαχειρίζεται τα δύσκολα συναισθήματα
- να εκτονώνει την έντασή του με δημιουργικούς τρόπους
- να εκφράζει με λόγια τις ανάγκες του
- να αισθάνεται ασφάλεια και αυτοπεποίθηση
- να αναγνωρίζει τις ικανότητές του και να αποδέχεται τις δυσκολίες του
- να χαίρεται με αυτά που καταφέρνει και να αντέχει τις αποτυχίες του
- να λειτουργεί αυτόνομα και να παίρνει πρωτοβουλίες
- να δοκιμάζει τις δυνατότητές του χωρίς πολύ μεγάλο άγχος
- να προσπαθεί γι’ αυτά που θέλει να πετύχει
- να αντέχει τους αποχωρισμούς
- να διαχειρίζεται τον ανταγωνισμό με τα άλλα παιδιά
- να διαχειρίζεται τις συγκρούσεις που προκύπτουν στις σχέσεις του με τους άλλους
- να υπερασπίζεται τον εαυτό του όταν χρειάζεται
- να κατανοεί τα συναισθήματα των άλλων
- να ελέγχει τις παρορμήσεις του και να δέχεται τα όρια
Οι συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης διενεργούνται συνήθως με συχνότητα 1 ή 2 φορές την εβδομάδα και διαρκούν 45 με 50 λεπτά. Οι γονείς ενημερώνονται για την πορεία του παιδιού σε καθορισμένες συναντήσεις με τον ψυχολόγο, στις οποίες συζητιούνται οι επόμενοι στόχοι και το χρονοδιάγραμμα της συνεργασίας τους. Η συνολική διάρκεια της συνεργασίας εξαρτάται κάθε φορά από τις ανάγκες του παιδιού και τους στόχους που θα τεθούν από κοινού.
Συμβουλευτική γονέων
Δεν υπάρχουν συνταγές για το μεγάλωμα των παιδιών, που να ταιριάζουν σε όλα τα παιδιά, σε όλους τους γονείς και σε όλες τις οικογένειες. Υπάρχουν όμως τρόποι διαχείρισης της καθημερινής συμπεριφοράς των παιδιών που διευκολύνουν την ανάπτυξή τους και υποστηρίζουν τη σχέση γονέα-παιδιού.
Τα παιδιά θέτουν καθημερινά με τη συμπεριφορά τους ποικίλα διλήμματα στους γονείς: Πώς να χειριστώ τις εκρήξεις θυμού; Πώς να το κάνω να διαβάσει; Χρειάζεται να είμαι πιο αυστηρός ή αντίθετα πιο ελαστικός; Τί να κάνω όταν απαιτεί κάτι και δεν υποχωρεί; Πώς να απαντήσω στα ερωτήματά του; Να του πω την αλήθεια; Τί θα καταλάβει; Πώς να το βοηθήσω να κάνει φίλους; Πώς να του μιλήσω για το διαζύγιο; Πώς να αντιδράσω όταν το πάω στον παιδικό σταθμό και αυτό κλαίει και δε μ’ αφήνει να φύγω; Πώς θα ξέρω ότι είναι έτοιμο να βγάλει την πάνα; Πώς να του μάθω να υπερασπίζεται τον εαυτό του; Πώς να το κάνω να έχει πιο πολλή αυτοπεποίθηση; Πολλαπλά διλήμματα που προβληματίζουν τους γονείς.
Άλλωστε, οι ανάγκες των παιδιών αλλάζουν, καθώς μεγαλώνουν. Έτσι, τακτικές που προηγουμένως ήταν βοηθητικές, αποδεικνύονται αναποτελεσματικές ή δυσλειτουργικές με το πέρασμα του χρόνου.
Δεν είναι ίδιοι οι κανόνες που χρειάζεται να θέσουμε σε ένα νήπιο, σε ένα παιδί που φοιτά στο δημοτικό και σ’ έναν έφηβο. Δεν είναι ίδια τα όρια που έχουν ανάγκη. Δεν είναι ίδια τα πράγματα που μπορούμε να μοιραστούμε μαζί τους ή που μπορούμε να συζητήσουμε μαζί τους. Δεν είναι ίδια τα ερωτήματα που μας θέτουν, ούτε και οι τρόποι που μπορούμε να απαντήσουμε σ’ αυτά.
Τα παιδιά αλλάζουν και χρειάζεται να αλλάξουμε κι εμείς απέναντί τους, για να συμβάλλουμε στο μεγάλωμά τους.
Παράλληλα, οι συμπεριφορές των παιδιών ξυπνούν διάφορα συναισθήματα στους γονείς, πολλές φορές και δύσκολα: συναισθήματα για τον εαυτό τους, για τη δική τους παιδική ηλικία, για τη δική τους ζωή, για το γονεϊκό τους ρόλο. Η επεξεργασία και η διαχείριση των συναισθημάτων αυτών βοηθά έμμεσα το παιδί, καθώς τροποποιεί τη στάση των γονέων απέναντί του
Επιπλέον, υπάρχουν περίοδοι που η οικογένεια καλείται να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις ή σημαντικές αλλαγές: ένα διαζύγιο, μια απώλεια και το πένθος που ακολουθεί, μια σοβαρή ασθένεια, μια χειρουργική επέμβαση που πρέπει να γίνει, ή ακόμα και ευχάριστα γεγονότα, όπως η γέννηση ενός αδερφού. Στις περιόδους αυτές, οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με επιπρόσθετα διλήμματα για το πώς να χειριστούν τις καταστάσεις αυτές απέναντι στο παιδί, πώς να του μιλήσουν για ό,τι συμβαίνει, τί πληροφορίες να του δώσουν, πώς να το υποστηρίξουν συναισθηματικά και να το βοηθήσουν να προσαρμοστεί ομαλά.
Τέλος, το μεγάλωμα ενός παιδιού με διαγνωσμένες δυσκολίες (όπως ο αυτισμός, η νοητική καθυστέρηση, η ΔΕΠ-Υ, το υπερβολικό άγχος ή οι φοβίες, αλλά και οι πιο ήπιες μαθησιακές δυσκολίες) θέτει αυξημένες απαιτήσεις στο ρόλο των γονέων. Για να μπορέσουν να βοηθήσουν το παιδί τους, οι γονείς χρειάζεται και να ενημερωθούν για θέματα που αφορούν τις δυσκολίες του, αλλά και να υποστηριχθούν οι ίδιοι συναισθηματικά, ώστε να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε αυτό το ρόλο.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η συμβουλευτική γονέων μπορεί να υποστηρίξει τους γονείς στο δύσκολο έργο τους.
Στο πλαίσιο της συμβουλευτικής, οι γονείς βρίσκουν το χώρο και το χρόνο να μιλήσουν για όλα τα θέματα που τους απασχολούν σε σχέση με τα παιδιά τους, να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Ενημερώνονται για αναπτυξιακά θέματα, δηλαδή για τις ιδιαίτερες ανάγκες που έχουν τα παιδιά σε κάθε ηλικιακή φάση, αλλά και για τις ξεχωριστές ανάγκες που μπορεί να έχει ένα παιδί με συγκεκριμένες δυνατότητες, δυσκολίες και ενδιαφέροντα. Μαθαίνουν αποτελεσματικούς τρόπους επικοινωνίας με τα παιδιά τους. Αναζητούν, σε συνεργασία με τον ψυχολόγο, εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης καθημερινών καταστάσεων και συμπεριφορών του παιδιού, ώστε να βοηθήσουν το παιδί τους να αναπτυχθεί ομαλά, αλλά και να ενισχύσουν τη σχέση τους μαζί του. Επιπλέον, πολλές φορές μπορούν να επεξεργαστούν και θέματα που αφορούν τη δική τους σχέση ως ζευγάρι.
Οι συνεδρίες συμβουλευτικής γονέων διενεργούνται με συχνότητα που κυμαίνεται από 1 φορά την εβδομάδα έως 1 φορά το μήνα, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε οικογένειας και τους στόχους που θα τεθούν από κοινού. Η διάρκεια κάθε συνάντησης είναι μία ώρα.
Αγγελική Δροσίτη
Κλινική Ψυχολόγος, Μ.Sc.